Το χυμένο αίμα

Αιματοκύλισμα. Στην Αίγυπτο. Αριθμοί -με νεκρούς και για νεκρούς- αναρτημένοι στα διεθνή μέσα. Δημοσιογραφικά κλισέ στην υπηρεσία της ενημέρωσης. Κι αναλύσεις, γεωστρατηγικές, πολιτικές, ισορροπίες δυνάμεων, φόβοι για ντόμινο αποσταθεροποίησης. Πίσω από τις στάνταρ λέξεις όμως, μέσα στα πίξελ της ψηφιακής εποχής, το αίμα ρέει. Σφαγμένοι άνθρωποι. Κοιτάμε τις οθόνες και λέμε «α, σκοτώνονται στην Αίγυπτο» και γυρίζουμε κανάλι. Σφαγμένοι. Άνθρωποι. Σχολιάζουμε και δυο κουβέντες και μετά αποστρέφουμε το κεφάλι. Στους σφαγμένους.

Ο όχλος που γεμίζει τις πλατείες, τα πλήθη που υποκινούνται, άλλος για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, του εαυτού του και των άλλων και άλλος για τα συμφέροντά του ή εκείνα που νομίζει συμφέροντά του. Οι δύο όψεις του νομίσματος. Ο αλληλοσπαραγμός. Αλλά, πάντα, όλα να γίνονται γι' αυτό το νόμισμα. Κυλάει σαν το μήλο της έριδος και κάποιος αποφασίζει να το σταματήσει με το χέρι του και να το γυρίσει κατά πως τον βολεύει. Κορώνα ή γράμματα. Κι ας είναι και κίβδηλο νόμισμα. Τη δουλειά του την κάνει. Η ζωώδης επιβίωση, η ανάγκη για επιβολή, για νίκη, να οδηγεί στο χυμένο αίμα. Λες κι είναι μια καρδάρα με γάλα. Κάποιος τη σπρώχνει και γεμίζει ο τόπος. Αίμα.

Δεν αρκούν οι λέξεις, είναι φτωχές, είναι λίγες, είναι λαϊκισμός ή μελό. Για να «πουν» τον αποτροπιασμό. Και η βία συνεχίζει. Κάνει τη δουλειά της. Μετά τους σκοτωμένους ανθρώπους, στρέφεται στην Τέχνη τους, στις αρχαιότητές τους, στον πολιτισμό που τους απέτρεπε απ' αυτή την κτηνωδία ή στον πολιτισμό που την έβγαζε στη φόρα τη θηριωδία. Οι Αιγύπτιοι φρουρούν τα βιβλία τους. Τη μνημειώδη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Γιατί ξέρουν ότι ο επόμενος στόχος από τους ανθρώπους είναι οι λέξεις τους. Οι γραμμένες λέξεις τους που υπερασπίζονται την ανθρωπιά και την ανθρωπινότητα σαν την Τέχνη. Το καταφύγιο της ανθρωπιάς, όταν η ζωή του ανθρώπου εκμηδενίζεται, είναι η Τέχνη, σε όλες της τις μορφές. «...Οι επιγραφές τού ψιθύριζαν πάνω στα μάρμαρα του Μουσείου καθώς περνούσε, σαν να ζωντάνευαν τα χείλη των ανθρώπων που τις έγραψαν...» («Αλεξανδρινό Κουαρτέτο», Λόρενς Ντάρελ, μετάφραση Μαριάννα Παπουτσοπούλου, εκδόσεις Μεταίχμιο).

Α, και οι λέξεις, οι λέξεις που έχουν τόση δύναμη ώρες-ώρες. Οι λέξεις που μπορούν να σφάξουν πιο πολύ κι από τον μπαλτά κάποτε, γιατί μετά το αίμα και το θάνατο το πιο φοβερό πράμα είναι να τον «πεις» τον θάνατο και το ακόμα χειρότερό του, του θανάτου, είναι να τον κάνεις ζωή, μέσα από τις λέξεις. Και οι άνθρωποι συνεχίζουν να σκοτώνονται.

Φαίνεται λες και δεν έχει αλλάξει τίποτα από το “Αλεξανδρινό Κουαρτέτο” (1957-1960) του Λόρενς Ντάρελ, όσον αφορά την πολιτική, τη διπλωματία, τα συμφέροντα, την εξουσία. Μόνο εκείνη η υγρασία της Αλεξάνδρειας του Ντάρελ, ο αέρας κι ο ουρανός της Αιγύπτου ποτίζονται από τη φωτιά κι από τις πνοές των ανθρώπων που σβήνουν. Ένας κόσμος που συνεχίζει να στρέφεται εναντίον του ίδιου του εαυτού, με τραγικούς ήρωες τα άτομα που συνεχίζουν να τροφοδοτούν με τις μικρές δικές τους δραματικές ιστορίες το μύλο που αλέθει αδιακρίτως, που χωνεύει το παρόν μέσα στο παρελθόν και υποθηκεύει το μέλλον να παραμένει υπόλογο στην ατέλειωτη βία. Το μύλο της μεγάλης Ιστορίας. 
Τη στιγμή που γραφόταν αυτό το κείμενο, γινόταν γνωστό ότι τραυματίστηκαν από επίθεση που δέχτηκαν στην Αίγυπτο, οι δημοσιογράφοι, Πέτρος Παπακωνσταντίνου, απεσταλμένος της «Καθημερινής» και ο φωτορεπόρτερ, Γιώργος Μουτάφης.

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στη "Βραδυνή" της 4ης Φεβρουαρίου 2011)