Σαμψών

Είχα πάρει το δρόμο για το σινεμά. Κατηφόριζα την Πατησίων, με την Ακρόπολη στο κέντρο του ορίζοντα λουσμένη από το απογευματινό φως. Η άκρη του ματιού μου έπιασε μια γνώριμη φιγούρα. Από την τηλεόραση. Εγώ πού αλλού να τον είχα δει; Ήξερα μόνο τον ψεύτικο Κουταλιανό -από το σχολείο-, όπως μου εξήγησε μετά. Ο Σαμψών. Στα 81 του. Ιωάννης Κεσκελίδης μου τόνισε το πραγματικό του όνομα. Είπα να τον προσπεράσω από ντροπή, αλλά πήγα και του μίλησα, κοιτώντας τον ίσια στα μάτια.
Ζήτησα να αγοράσω ένα από τα ημερολόγιά του. Σκεφτόμουν ότι θα το πήγαινα στην αδερφή μου που κλαίγαμε παρέα ένα απόγευμα -τώρα κοντά- βλέποντας ένα ντοκιμαντέρ της ΕΤ1 για τους λαϊκούς αυτούς ήρωες της δύναμης και της καθαρής ψυχής. Δυσκολεύτηκε όταν του ζήτησα να το αφιερώσει στην αδερφή μου κι εμένα, άμα γίνεται, και όχι στον φίλο μου, όπως ήθελε εκείνος. Τελικά συμφώνησε.
Μου είπε μέσα σε λίγη ώρα ιστορίες απίστευτες. Στο πεζοδρόμιο. Άκουγα τη ρέουσα λαϊκή του σοφία και πλημμύριζε η καρδιά μου. Κοιτούσα τα υγρά του μάτια και έβλεπα τα σημάδια στο κούτελό του από τις πέτρες που έσπαγε πάνω του. Δεν έβαλε, λέει, ποτέ τσιγάρο στο στόμα του και πάντα έτρωγε μικρές ποσότητες και καθαρό λάδι. Θαυμάζω πόσο μικρόσωμος και πόσο μεγάλος μαζί είναι. Η σπονδυλική του στήλη έχει υποστεί καθίζηση. Πήγε να ψηφίσει και τους είπε στο εκλογικό κέντρο ότι Τούρκοι και Γερμανοί δεν την χαλάσανε την Ελλάδα, οι Έλληνες τη χαλάνε.
Πλησίασε ένας νεαρός, μάλλον φοιτητής από την ηλικία κρίνοντας, πανέμορφος με μια γλυκύτητα στην όψη, μια γαλήνη, ένα λαμπερό χαμόγελο, με βυζαντινά χαρακτηριστικά, μακριά μαύρα μαλλιά -Σαμψών κι αυτός- και μια ευγένεια που με ξάφνιασε, κάτι σαν τωρινός Χριστός. Του είπε ότι ήθελε μόνο να τον χαιρετίσει και του έσφιξε με συγκίνηση το χέρι. Μόλις μου είχε διηγηθεί ο Σαμψών την ιστορία της Τασούλας τη δεκαετία του '50 στην Κρήτη. Μέχρι να πω κι εγώ στο Σαμψών ότι θα φύγω, ο νεαρός με χαιρέτισε ανεπαίσθητα αγγίζοντάς με στον αριστερό αγκώνα και χάθηκε. Τον έψαξα με το βλέμμα μου γύρω, αλλά είχε φύγει.
Ο Σαμψών συνέχισε να μου μιλάει για την όμορφη οικογένειά του και τα παιδιά του που τα μεγάλωσε με το σώμα του, τη δύναμή του και τα νούμερα στο δρόμο. Έφυγα με μια καρδιά ελαφριά σαν πούπουλο, δεν πήγα ποτέ στο σινεμά αλλά είχα χορτάσει σαν να είχα παρακολουθήσει δέκα σπουδαίες ταινίες μαζί.